Μια ομηρική μονομαχία τον καιρό του Βυζαντίου, για τον Σάββα Παύλου

με χαρμολύπη για την απώλεια και την μνήμη του αγαπητού μας παιδοτρίβου, ου μην αλλά και δεινού Ομηριστού Σάββα Παύλου

Οι Βυζαντινοί ιστορικοί των τελευταίων αιώνων δεν αναφέρονται στους τούρκους με το όνομα αυτό, αλλά τους ονομάζουν _Πέρσες_. Και αυτό διότι στους τελευταίους αιώνες οι Βυζαντινοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους σαν συνεχιστές της αρχαίας Ελλάδας, και αντιλαμβάνονταν τον πόλεμο τους με τους τούρκους σαν συνέχεια των Περσικών πολέμων της αρχαιότητας.

Οι Ρωμηοί δεν ήταν οι μόνοι που είχαν αναφορές στην αρχαιότητα. Οι Ρωμαίοι, που οι Βυζαντινοί τους έλεγαν Ρωμανούς, θεωρούσαν πως κατάγονται από τον Αινεία, που έφυγε από την Τροία μετά τη πτώση της κατά τον Τρωϊκό Πόλεμο και έφτασε στην Ιταλία. Παρόμοιους μύθους και αναφορές σε καταγωγή από την αρχαιότητα είχαν και όλες οι βασιλικές οικογένειες της Δύσης.

Αλλά και οι τούρκοι, επίσης, αντιλαμβάνονταν και αυτοί τον πόλεμο τους κατά του Βυζαντίου με αναφορά στην αρχαιότητα. Θεωρούσαν πως ήταν η εκδίκηση της Ασίας προς την Ευρώπη για τον Τρωϊκό Πόλεμο. Είναι στα πλαίσια της αντίληψης μιας συνέχειας με το Βυζάντιο που οι τούρκοι υιοθέτησαν σαν σύμβολο τους την ημισέληνο, που τότε ήταν σύμβολο της Κωνσταντινούπολης. Αν η αντίληψη αυτή κατάφερνε να εξελιχτεί και να γίνει ιστορική περίοδος, θα επρόκειτο για μια προσπάθεια των τούρκων να ενταχθούν στο ρεύμα του Ελληνορωμαϊκού πολιτισμού. Βέβαια, η μετέπειτα ιστορία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας δείχνει πως και οι τούρκοι και η Οθωμανία τους ήταν ένας δρόμος άλλος.

Ο Προκόπιος Καισσαρείας έζησε τον ΣΤ' αιώνα μ.Χ. Στο βιβλίο «Υπερ των πολέμων» περιγράφει τους πολέμους του Ιουστινιανού, πρώτα στην Ανατολή και μετά στη Δύση. Στην Ανατολή, ο εχθρός ήταν οι Πέρσες. Επειδή όμως έγραφε τον ΣΤ' αιώνα, σαν Πέρσες εννοούσε τους αληθινούς, κι όχι μεταφορικά.

Στις ιστορίες του ο Προκόπιος Καισσαρείας προσπαθούσε συνειδητά να μιμηθεί τον Θουκυδίδη!! Ιδού η αρχή των οκτώ «Λόγων» για τους πολέμους που έκανε η αυτοκρατορία την εποχή του:

Προκόπιος Καισαρεὺς τοὺς πολέμους ξυνέγραψεν, οὓς Ἰουστινιανὸς ὁ Ῥωμαίων βασιλεὺς πρὸς βαρβάρους διήνεγκε τούς τε ἑῴους καὶ ἑσπερίους, ὥς πη αὐτῶν ἑκάστῳ ξυνηνέχθη γενέσθαι, ὡς μὴ ἔργα ὑπερμεγέθη ὁ μέγας αἰὼν λόγου ἔρημα χειρωσάμενος τῇ τε λήθῃ αὐτὰ καταπρόηται καὶ παντάπασιν ἐξίτηλα θῆται, ὧνπερ τὴν μνήμην αὐτὸς ᾤετο μέγα τι ἔσεσθαι καὶ ξυνοῖσον ἐς τὰ μάλιστα τοῖς τε νῦν οὖσι καὶ τοῖς ἐς τὸ ἔπειτα γενησομένοις, εἴ ποτε καὶ αὖθις ὁ χρόνος ἐς ὁμοίαν τινὰ τοὺς ἀνθρώπους ἀνάγκην διάθοιτο.

Πιο κάτω, ο Προκόπιος περιγράφει μια μονομαχία που έγινε στη διάρκεια των πολέμων με τους Πέρσες. Η περιγραφή θυμίζει την μονομαχία τους Διομήδη με τον Γλαύκο, που περιγράφει στην «Ιλιάδα» ο Όμηρος. Φαίνεται να είναι μια σελίδα άξια για να διαβαστεί με τη χαρμόλυπη σκέψη στην χτεσινή απώλεια και στη μνήμη του αγαπητού μας Σάββα Παύλου, βαθέως και πλατέως μελετητή και κριτικού λογίου, επίσης δε και δεινού Ομηριστή.




1.13.29 . . . εἷς δὲ ἀνὴρ Πέρσης νεανίας, ἄγχιστα τοῦ Ῥωμαίων στρατοῦ τὸν ἵππον ἐλάσας, προὐκαλεῖτο ἅπαντας, εἴ τίς οἱ βούλοιτο 1.13.30 ἐς χεῖρας ἰέναι. καὶ τῶν μὲν ἄλλων ὑποστῆναι τὸν κίνδυνον ἐτόλμα οὐδεὶς, Ἀνδρέας δὲ ἦν τις ἐν τοῖς Βούζου οἰκείοις, οὐ στρατιώτης μὲν οὐδέ τι ἀσκήσας τῶν κατὰ τὸν πόλεμον πώποτε, παιδοτρίβης δὲ καὶ 1.13.31 παλαίστρᾳ τινὶ ἐν Βυζαντίῳ ἐφεστηκώς. διὸ δὴ καὶ τῷ στρατῷ εἵπετο, ἅτε τοῦ Βούζου σώματος ἐν βαλανείῳ ἐπιμελούμενος, γένος δὲ Βυζάντιος ἦν. οὗτος ἐθάρσησε μόνος, οὔτε Βούζου οὔτε ἄλλου ὁτουοῦν ἐπαγγείλαντος, αὐτόματος τῷ ἀνθρώπῳ ἐς μονομαχίαν ἐπεξιέναι. φθάσας δὲ τὸν βάρβαρον ἔτι περισκοπούμενον ὅπη ὁρμήσεται, 1.13.32 παρὰ μαζὸν τὸν δεξιὸν τῷ δόρατι παίει. ὁ δὲ πληγὴν ἀνδρὸς ἰσχυροῦ λίαν οὐκ ἐνεγκὼν ἐκ τοῦ ἵππου ἐς ἔδαφος πίπτει. καὶ αὐτὸν Ἀνδρέας μαχαίρᾳ τινὶ βραχείᾳ ὥσπερ ἱερεῖον ὑπτίως κείμενον ἔθυσε, κραυγή τε ὑπερφυὴς ἔκ τε τοῦ περιβόλου καὶ τοῦ Ῥωμαίων στρατο1.13.33 πέδου ἤρθη. Πέρσαι δὲ τῷ γεγονότι περιαλγήσαντες ἕτερον εἰς τὴν αὐτὴν πρᾶξιν ἱππέα καθῆκαν, ἀνδρεῖον μὲν καὶ μεγέθους σώματος πέρι εὖ ἥκοντα, οὐ νεανίαν δὲ, ἀλλὰ καί τινας τῶν ἐν τῇ κεφαλῇ τριχῶν πολιὸν 1.13.34 ὄντα. ὃς δὴ παρὰ τὸ τῶν πολεμίων στράτευμα ἐπιὼν, ἐπὶ πλεῖστον δὲ τὴν μάστιγα σείων, ᾗ παίειν τὸν ἵππον εἰώθει, Ῥωμαίων τὸν βουλόμενον ἐς μάχην 1.13.35 ἐκάλει. οὐδενὸς δέ οἱ ἐπεξιόντος, Ἀνδρέας αὖθις ἅπαντας λαθὼν ἐς μέσον ἦλθε, καίπερ αὐτῷ πρὸς τοῦ 1.13.36 Ἑρμογένους ἀπειρημένον. ἄμφω γοῦν τοῖς δόρασιν ἐς ἀλλήλους θυμῷ πολλῷ ἐχόμενοι ὥρμησαν, καὶ τά τε δόρατα τοῖς θώραξιν ἐρεισθέντα δεινῶς ἀπεκρούσθη οἵ τε ἵπποι ἐς τὰς κεφαλὰς ἀλλήλοις συγκρούσαντες 1.13.37 ἔπεσόν τε αὐτοὶ καὶ τοὺς ἐπιβάτας ἀπέβαλον. τὼ δὲ ἄνδρε τούτω ἄγχιστά πη πεσόντε ἀλλήλοιν ἐξανίστασθαι σπουδῇ πολλῇ ἄμφω ἠπειγέσθην, ἀλλ' ὁ μὲν Πέρσης τοῦτο δρᾶν, ἅτε οἱ τοῦ μεγέθους ἀντιστατοῦντος, οὐκ εὐπετῶς εἶχεν, Ἀνδρέας δὲ προτερήσας (τοῦτο γὰρ αὐτῷ ἡ κατὰ τὴν παλαίστραν μελέτη ἐδίδου) τῷ τε γόνατι ἐξανιστάμενον αὐτὸν ἔτυψε καὶ αὖθις εἰς 1.13.38 τὸ ἔδαφος πεσόντα ἔκτεινε. κραυγή τε ἐκ τοῦ τείχους καὶ τοῦ Ῥωμαίων στρατοῦ οὐδέν τι ἧσσον, εἰ μὴ καὶ μᾶλλον, ἤρθη· καὶ οἱ μὲν Πέρσαι ἐς τὸ Ἀμμώδιος τὴν φάλαγγα διαλύσαντες ἀνεχώρησαν, οἱ δὲ Ῥωμαῖοι 1.13.39 παιανίσαντες ἐντὸς τοῦ περιβόλου ἐγένοντο. ἤδη γὰρ καὶ ξυνεσκόταζεν. οὕτω τε ἀμφότεροι τὴν νύκτα ἐκείνην ηὐλίσαντο.

Προκοπίου Καισσαρείας, «Υπέρ των πολέμων», Λόγος πρώτος, 1.13.29
http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/Procopius%20Caesariensis_PG%2089/De%20bellis.pdf


-.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια

Τελευταία δημοσίευση